Στο περιγιάλι το κρυφό
κι άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε το μεσημέρι·
μα το νερό γλυφό.Πάνω στην άμμο την ξανθή
γράψαμε τ’ όνομά της·
ωραία που φύσηξεν ο μπάτης
και σβήστηκε η γραφή.Mε τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος,
πήραμε τη ζωή μας· λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.
Όταν ο Σεφέρης έγραφε την "Άρνηση" έβαλε μια πάνω τελεία στον προτελευταίο στίχο. Όταν ο Θεοδωράκης συνέθεσε τo τραγούδι δεν κατάφερε να κάνει το Μπιθικώτση να την τραγουδήσει. Όταν το τραγούδι πέρασε στα χείλη του κόσμου άλλαξε τίτλο και έγινε" Το περιγιάλι".
Η γιαγιά μου δεν ήξερε το Σεφέρη, την πάνω τελεία και την 'Άρνηση". Ήξερε μόνο ότι το "Περιγιάλι" ησύχαζε το μωρό, το πρώτο εγγόνι. Που, πες-πες ,το έμαθε το τραγούδι και το απαιτούσε με τον τρόπο που τα πρώτα εγγόνια ξέρουν να απαιτούν.
Στο σόι μου τα παιδιά τα τραγουδάμε μέχρι μεγάλα. Με το ¨Περιγιάλι" νανούρισα κι εγώ, ήταν πια μέρος της οικογενειακής μυθολογίας. Επίσης με την πάνω τελεία φευγάτη. Ήξερα λίγο περισσότερα από τη γιαγιά μου για το Σεφέρη, ήξερα και την πάνω τελεία, αλλά και πάλι μου άρεσε να σκέφτομαι τι θέλει να πει εδώ ο ποιητής και τι λάθος είχαμε κάνει στη ζωή μας. Τι λάθος μπορούσαμε να έχουμε κάνει.
Τα παιδιά μου μεγάλωσαν πολύ. Τώρα ακούνε σιωπηλά τραγούδια , υπόηχους και υπέρηχους μόνο για τα δικά τους αυτιά. Έξω από το σπίτι ακούγονται τα τραγούδια μιας άδικης εποχής και εγώ προσπαθώ να κάνω τη σούμα των προσωπικών μου αρνήσεων. Άραγε αυτό ήταν το λάθος;
Ό άνθρωπος με τη μωβ γραβάτα και έναν έρπη σε αποδρομή, μου είπε πριν λίγη ώρα ότι πρέπει ν' αλλάξουμε ζωή. Θυμήθηκα τη γιαγιά μου, το Σεφέρη και το "Περιγιάλι". Τότε ήταν ο παππούς του στο ίδιο βήμα, δεν υπήρχε η MIG, ο κόσμος που φώναζε ήξερε ένα τουλάχιστον άρθρο του Συντάγματος και οι τρεις άνθρωποι που κάηκαν ήταν αγέννητοι.
Δε μπορώ ξέρω τι θα τραγουδάει ο κόσμος σε πενήντα χρόνια. Μπορεί να έχουν τελειώσει τα νανουρίσματα. Μπορεί όχι. Τα παιδιά μου θα έχουν εγγόνια. Μπορεί και όχι. Θα έχουν τελειώσει τουλάχιστον τα λάθη;
Η γιαγιά μου δεν ήξερε το Σεφέρη, την πάνω τελεία και την 'Άρνηση". Ήξερε μόνο ότι το "Περιγιάλι" ησύχαζε το μωρό, το πρώτο εγγόνι. Που, πες-πες ,το έμαθε το τραγούδι και το απαιτούσε με τον τρόπο που τα πρώτα εγγόνια ξέρουν να απαιτούν.
Στο σόι μου τα παιδιά τα τραγουδάμε μέχρι μεγάλα. Με το ¨Περιγιάλι" νανούρισα κι εγώ, ήταν πια μέρος της οικογενειακής μυθολογίας. Επίσης με την πάνω τελεία φευγάτη. Ήξερα λίγο περισσότερα από τη γιαγιά μου για το Σεφέρη, ήξερα και την πάνω τελεία, αλλά και πάλι μου άρεσε να σκέφτομαι τι θέλει να πει εδώ ο ποιητής και τι λάθος είχαμε κάνει στη ζωή μας. Τι λάθος μπορούσαμε να έχουμε κάνει.
Τα παιδιά μου μεγάλωσαν πολύ. Τώρα ακούνε σιωπηλά τραγούδια , υπόηχους και υπέρηχους μόνο για τα δικά τους αυτιά. Έξω από το σπίτι ακούγονται τα τραγούδια μιας άδικης εποχής και εγώ προσπαθώ να κάνω τη σούμα των προσωπικών μου αρνήσεων. Άραγε αυτό ήταν το λάθος;
Ό άνθρωπος με τη μωβ γραβάτα και έναν έρπη σε αποδρομή, μου είπε πριν λίγη ώρα ότι πρέπει ν' αλλάξουμε ζωή. Θυμήθηκα τη γιαγιά μου, το Σεφέρη και το "Περιγιάλι". Τότε ήταν ο παππούς του στο ίδιο βήμα, δεν υπήρχε η MIG, ο κόσμος που φώναζε ήξερε ένα τουλάχιστον άρθρο του Συντάγματος και οι τρεις άνθρωποι που κάηκαν ήταν αγέννητοι.
Δε μπορώ ξέρω τι θα τραγουδάει ο κόσμος σε πενήντα χρόνια. Μπορεί να έχουν τελειώσει τα νανουρίσματα. Μπορεί όχι. Τα παιδιά μου θα έχουν εγγόνια. Μπορεί και όχι. Θα έχουν τελειώσει τουλάχιστον τα λάθη;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου