Τρίτη 29 Απριλίου 2008

Για να μη ξεχνιόμαστε. Αντόνιο Γκράμσι.

`

Γεννήθηκε στις Άλες της Σαρδηνίας στις 23 Ιανουαρίου του 1891 και πέθανε στη Ρώμη , στις 27 απριλίου του 1937.
Ήταν το ασθενικό και παραμορφωμένο παιδί μιας φτωχής οικογένειας που κατάφερε να ξεφύγει από την απομόνωση του γενέθλιου τόπου και να σπουδάσει στο Τουρίνο. Οι σημαντικότερες όμως σπουδές του, ( ο Γκόρκι κάτι τέτοια τα έλεγε "τα πανεπιστήμιά μου") ήταν η επαφή του με τις εργατικές ενώσεις του Τουρίνο. Εκεί, τα χρόνια από το 1918 μέχρι το 1920, στάθηκαν η περίφημη Κόκκινη Διετία ( biennio rosso) . Οι επιτροπές των εργατών της βαριάς βιομηχανίας βρήκαν τον καθοδηγητή τους στο πρόσωπο του μικροσκοπικού επαναστάτη που το 1921 γίνεται ιδρυτικό στέλεχος του Κ.Κ. της Ιταλίας.
Ζει μια ζωή αντίστροφα ανάλογη με το κακοπαθημένο κορμί του. Ταξιδεύει στην καρδιά του μεγάλου Οκτώβρη, γράφει, αρθρογραφεί, μάχεται για τις ιδέες του. Aρρωσταίνει συνεχώς,ερωτεύεται και παντρεύεται, αλλά η κουνιάδα του και όχι η γυναίκα του θα τον στηρίξει μέχρι το τέλος. Γίνεται πατέρας μα καταφέρνει να γνωρίσει μόνο το ένα παιδί του. Kαθιερώνεται ως εμβληματική μορφή της Ευρωπαϊκής αριστεράς , εκλέγεται βουλευτής και συλλαμβάνεται από το φασιστικό καθεστώς που τον δικάζει και τον καταδικάζει με την προσδοκία "να εμποδίσουμε αυτό το μυαλό να σκέφτεται για τα επόμενα είκοσι χρόνια" .



In vain. Από την κοιλιά του κήτους, φυλακισμένος και εξορισμένος, καταφέρνει να συγγράψει τα μνημειώδη "Τετράδια της φυλακής" , έναν όγκο απόψεων πάνω στα θεωρητικά και πρακτικά προβλήματα του εργατικού κινήματος και πάνω στα εθνικά και πολιτιστικά προβλήματα της Ιταλίας.Πεθαίνει φυλακισμένος, σαράντα επτά χρονών. Τα γραφτά του σώζονται και φυγαδεύονται από το νεκρικό δωμάτιο χάρη στην απαράμιλλη αφοσίωση και την ψυχραιμία της κουνιάδας του.




Στα χρόνια που ακολούθησαν τον πόλεμο, το έργο του εκδόθηκε και επηρέασε την σύγχρονη κίνηση των ριζοσπαστικών ιδεών σε όλον τον κόσμο, ανανεώνοντας τη μαρξική σκέψη με ένα τρόπο που δεν άντεχαν πάντοτε οι "ορθόδοξοι" μαρξιστές.




Οι απόψεις του για τη λειτουργία της εκπαίδευσης συγκεντρώθηκαν σε ένα μικρό αλλά "θανατηφόρο" βιβλιαράκι που κυκλοφόρησε κακομεταφρασμένo στα ελληνικά από τον Παρατηρητή, αλλά ξέρω ότι έβαλε σε σκέψη αρκετούς συναδέλφους που το διάβασαν. Και σίγουρα βρίσκεται, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στην απαρχή όλων των αριστερών θεωριών για την εκπαίδευση που είδαν το φως στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα.
Οι όροι που αυτός εισήγαγε για την ερμηνεία του κλασικού μαρξικού σχήματος βάση- εποικοδόμημα, μελετώνται συνεχώς, ακόμη και σήμερα. Το νόστιμο είναι ότι χρησιμοποιούνται , και μάλιστα με αλλαγμένο το περιεχόμενό τους ,από τη σύγχρονη φιλελεύθερη ρητορική. Την επόμενη λοιπόν φορά που θα ακούσετε κάποιον περισπούδαστα να ομιλεί για την "κοινωνία των πολιτών" ,βαστήξτε μικρό καλάθι. Το πιθανότερο, να μην ξέρει που παν τα τέσσερα και ο Αντόνιο ,από τον παράδεισο των μαρξιστών, να ξεκαρδίζεται στα γέλια παρέα με τον Φρέυρε και τον Μονταλμπάν. Πιο δίπλα ο θείος Κάρολος χτενίζει σκεφτικός την πατριαρχική γενειάδα του και αναρωτιέται πως διάολο του ξέφυγαν και αυθαδιάζουν αυτά τα τσογλάνια...
















Τρίτη 22 Απριλίου 2008

Διαμερίσαντο




Πρέπει να ήταν οπωσδήποτε θεός; Η εθελούσια θυσία είναι η μεγάλη υπέρβαση, έτσι κι αλλιώς. Το μοίρασμα της ύπαρξης, η ανάλωση της ζωής για τους άλλους δεν είναι θεϊκό προνόμιο. Αυτός απλώς το δίδαξε σαν συνειδητή στάση. Έτσι μόνο μπορώ να δεχτώ ότι έγινε θεός . Τα υπόλοιπα...
Ο Δομίνικος έβαλε πολύ ουρανό σ' αυτά τα μάτια και ένα χιτώνα που φλέγεται χωρίς να καίγεται. Ξέρω ανθρώπους που το κάνουν αυτό. Και μάλιστα χωρίς την προσδοκία της αιωνιότητας. Όχι πολλούς, αλλά υπάρχουν. Ψάξτε γύρω σας. Εύχομαι να βρείτε τους δικούς σας, τους καθημερινούς Μεσσίες. Χαρούμενη Λαμπρή, σε όλους.

Ρέκβιεμ

`

Κατερίνα Γώγου, Με λένε Οδύσσεια

Δευτέρα 21 Απριλίου 2008

Γύψοι και πουτάνα Coca Cola

`

Το ' χουν οι Παπανδρέου φαίνεται να τραυματίζονται τέτοιες μέρες. Μα δε μου μοιάζει για οιωνός.( Για μπας και είναι;) Άσχετο το σημερινό παπανδρεϊκό σπάσιμο, ειρηνικό και αναμάρτητο; Μα και το πατρικό, λέτε να περιείχε κανέναν άπιαστο συμβολισμό για το "γύψο" που φορέθηκε αναγκαστικά από την επομένη; Αν σε κάποιου το μυαλό γίνουν συγκρίσεις, ας μην είναι το δικό μου. Εξάλλου εκείνο το βράδυ εγώ ήμουν μια σταλιά, στα τέσσερα βαδίζοντας. Το σπίτι μας ήταν στο μακρινό προάστιο που το λέγανε Καλαμαριά, τρίτο πάτωμα, βλέπαμε θάλασσα.
Αυτό ήταν και ο λόγος της μετακόμισης από το κέντρο. Η θέα της θάλασσας και ο νέος αέρας που θα γιάτρευε τη Βασιλική από το βαρύ το πένθος για τη μάνα της. Γύρω τα προσφυγικά σπίτια ένα με τα τσαμούρια, αυλίτσες με γκαζοντενεκέδες και τσίγκινα βρυσάκια κρεμασμένα στον τοίχο , ροζ σοβάδες στα δωμάτια. Όλα καλά και γραφικά. Τα πιάτα με τα τηγανισμένα τα ψάρια ανεβοκατέβαιναν από τη γειτονιά ,το καινούριο, άσπρο Ford Cortina του πατέρα εγκαινίαζε τη σημειολογία του πλούτου για το μαχαλά, αλλά ούτε σχολειό μας έστειλαν ποτέ εκεί, ούτε στις παρέες τις καλαμαριώτικες αξιωθήκαμε να μπούμε, μια ζωή επίληδες.

Ακόμη και τα ψώνια έρχονταν από κάτω. Γωνία Μητροπόλεως και Καρόλου Ντηλ ήταν ο "Άκης ο μπακάλης". Μεσοτοιχία πάνω στη Μητροπόλεως το ημιυπόγειο οικογενειακό μαγαζί, "Μετασχηματισταί-Ανορθωταί ΗΣΜΠΑ". Γραφείο καθώς έμπαινες, κατεβαίνοντας λίγα σκαλιά , και μετά το εργαστήριο με τα "παιδιά" , τους ξύλινους πάγκους και τα μηχανήματα περιέλιξης. Μυρωδιά από βενζινόκολλα και στουπιά για τα χέρια. Στο πίσω μέρος αποθήκη για τα σκυλιά του κυνηγιού και χαλύβδινο χρηματοκιβώτιο για τις λίρες. Το κτίριο από κείνα που χτίστηκαν μετά τη φωτιά του '17. Στον πρώτο όροφο το σπίτι του μπακάλη και η αξέχαστη μάνα του η κυρία Αναστασία, άνθρωπος γλυκός και γελαστός. Στο γάμο του παιδιού της γίναμε παρανυφάκια. Σήμερα εκεί υπάρχουν μαγαζιά με τσάντες και κοσμήματα και η απορία αν όλα εκείνα που θυμάμαι γίνηκαν στ' αλήθεια.
Από τον Άκη το μπακάλη έρχονταν οι προμήθειες κάθε βδομάδα μια φορά, τις έφερνε ο ίδιος με το φορτηγάκι του μέχρι την Καλαμαριά, άλλο πρωτάκουστο γεγονός κι αυτό. Εκείνο το Παρασκευάτικο βράδυ του Απρίλη ο μπακάλης άργησε. Σαν σε όνειρο θυμάμαι την ανησυχία των μεγάλων που τον περίμεναν και τα λόγια του όταν πια έφτασε και ανέβηκε στην κουζίνα που ήταν αχώριστη από το καθιστικό δωμάτιο, άλλη μια nouveaute της Βασιλικής.
-Αναγκάστηκα να πάω από γύρο. Όπου και να πήγαινα ήτανε τανκς στους δρόμους. Παντού κλειστά.
Έτσι, ανάμεσα σε ζαρζαβάτια και χαρτί υγείας, καφέ και ρύζια μπήκε στη ζωή μας η χούντα. Τα σαρανταπεντάρια δισκάκια του Μίκη έχασαν το τριάκτινο πλαστικό "ποδαράκι" που τα κάθιζε στο βαλιτσάκι πικ άπ, για να μην τα βάλουμε εμείς τα παιδιά ,και το μαύρο ραδιόφωνο από βακελίτη έπιανε Ντόυτσε Βέλε μόνο στο μπάνιο, παρέα με τις αιμορροΐδες -ενθύμιο της εξορίας του πατέρα στη Μακρόνησο. Αργότερα ο Άκης ο μπακάλης άρχισε να μας φέρνει και μεγάλα μπουκάλια του λίτρου με κόκα κόλα όταν ,το ΄69 νομίζω, οι χουνταίοι παραχώρησαν σύμβαση αποικιακού τύπου στην εταιρία.

Στο οικογενειακό σκηνικό είχε ήδη προστεθεί και η θεία από το Κάρντιφ, φρέσκια χήρα, εξαδέλφη του πατέρα που αποφασίστηκε να μείνει μαζί μας. Είχε φέρει μαζί της ασπρόμαυρη τηλεόραση, εγγλέζικα ανακατωμένα με προσφυγίτικα ελληνικά, πορσελάνες από τα ταξίδια του μακαρίτη καπετάνιου της στην Κίνα και τη γνώση ότι το drink στο τραπέζι ήταν απαραίτητο.
Το ΄60 έπνεε τα λοίσθια. Η μεταπολίτευση και η εφηβεία έρχονταν πιασμένες αγκαζέ, να μου δείξουν τι ακριβώς είναι ο κόσμος και γιατί πρέπει να τον αλλάξουμε.

Παρασκευή 18 Απριλίου 2008

Mea culpa. Mea maxima culpa.

Σήμερα στο σχολείο. Μια στιγμή σπάνιας συγκίνησης, από εκείνες που τις κρατά κανείς στο προσωπικό του ανεμολόγιο για πλοηγό και μπούσουλα. Εξηγούμαι:
Πριν καμιά εβδομάδα, μέρα βροχερή και δύσκολη. Διάλειμμα στις 9.40. Οι διάδρομοι του ισογείου γεμάτοι παιδιά που τρέχουν, οι σκάλες για το δεύτερο όροφο γεμάτες παιδιά που τρέχουν, ο δεύτερος όροφος γεμάτος παιδιά που τρέχουν και πάει λέγοντας. Βγαίνω από ένα δίωρο Γλώσσας, με τη γεύση του καφέ ήδη στο μυαλό. Πέφτω πάνω σε μια τριάδα της πρώτης που τρέχουν αλαλάζοντας πάνω κάτω. Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι η παραμονή στο διάδρομο του σχολείου για διάλειμμα, αφού έξω βρέχει, συνεπάγεται περιορισμούς που δεν έχει η αυλή. Περνούν επικίνδυνα κοντά σε συμμαθητές τους με αναπηρίες, που μοιράζονται τον ίδιο χώρο για το διάλειμμά τους. Έξαλλη. Τους "βουτάω". Τα συνηθισμένα:
- Ελάτε εδώ. Γιατί τρέχετε;
Καμιά απάντηση.
-Γιατί τρέχετε, λέω;
Τα πρωτάκια έχουν ψιλοπαγώσει.
-Δεν ξέρετε ότι δεν τρέχουμε στο διάδρομο;
Βλέμματα χαμηλωμένα και αμήχανα. Τα σάντουιτς στα χέρια κρέμονται αξιολύπητα.
-Ωραία. Καθήστε τώρα εδώ στην άκρη να ηρεμήσετε και μετά συνεχίζετε το διάλειμμά σας.
Απομακρύνομαι για το κυλικείο, πιστεύοντας ότι έπραξα αυτό που ένας καλός παιδονόμος οφείλει να πράξει. Γυρίζω σε δυο λεπτά να κλειδώσω την τάξη μου που λογαριάζω να έχει πια αδειάσει από παιδιά. Και ιδού: Το ένα από την τριάδα των ληστών κλαίει με συντριβή. Δίπλα του παραστέκει ένα μεγάλο παιδί της έκτης. Μοιάζουν.Και τα δυο ξανθά, ιδιαίτερα όμορφα και περιποιημένα παιδιά. Είναι κατακόκκινο και ακόμη πιο ταραγμένο.
-Γιατί τον τιμωρήσατε; με ρωτά με έκδηλο εκνευρισμό που προσπαθεί να κοντρολάρει αλλά δεν μπορεί.
-Κι εσύ τι είσαι παιδί μου; κάνω, ενώ ο πρώτος συναγερμός έχει ήδη αρχίσει να χτυπάει.
-Ο αδελφός του. Γιατί τον τιμωρήσατε;
Βρε, καλώς τα μας...
- Γιατί έτρεχε.
-Είναι δικαίωμά του να τρέχει!
Νταμπλάς.
-Τι έκανε, λέει;
Το πρωτάκι, ακούγοντας τη στιχομυθία, τραντάζεται από λυγμούς. Ο εκταίος, αντράκι "ογρό ακόμα πίσ' απ' τ' αυτία", είναι ήδη βουρκωμένος, αλλά κρατιέται.
-Αυτό που σας λέω! Είναι δικαίωμά του να τρέχει! επιμένει πεισματικά. Μα τα δάκρυα έχουν ήδη πάρει τον κατήφορο.
Δεν πιστεύω στ' αυτιά μου. Ω, του θράσους!
-Τι λες,παιδί μου; ζητάω βλακωδώς να μάθω, αφού δε μου έφτανε ό,τι είχα ήδη ακούσει.
-Λέω ότι είναι δικαίωμά του να τρέχει και δεν μπορείτε να τον τιμωρήσετε γιατί όλοι τρέχουν!
Λίγα θεάματα στο σχολείο είναι πιο αστεία από έναν μισοέφηβο που εκρήγνυται και τα βάζει με την εξουσία. Ο συγκεκριμένος όμως δεν είχε το συνηθισμένο "τσαμπουκά" των ομηλίκων του. Ήταν φανερό ότι τα δάκρυά του τον στεναχωρούσαν, αλλά δε μπορούσε να τα συγκρατήσει. Για να βάλω ένα τέλος στο δημόσιο διασυρμό του παιδιού -γύρω το φιλοθεάμον κοινό είχε αρχίσει να μαζεύεται- αλλά και αρκετά σοκαρισμένη από τον τόνο του καταφεύγω στο κλασσικό:
-Πάμε στο γραφείο να το συζητήσουμε.
-Όχι! Δεν πάω!
Δεύτερο σοκ, χειρότερο. Τώρα έχει σειρά το δικό μου μισοδαγκωμένο σάντουιτς να αρχίσει το φλέρτ με το καλάθι των σκουπιδιών. Τον πιάνω από το μπράτσο:
-Πάμε.
Το παιδί απομακρύνεται φωνάζοντας και κλαίγοντας με το κεφάλι σκυμμένο:
-Όχι, δεν έρχομαι! Όλοι πια τον κοιτούν. Είναι μάταιο. Κοιτούν κι εμένα να τρέχω από πίσω του με το σάντουιτς στο χέρι. Το στομάχι μου είναι πέτρα. Αναστατωμένη, ενοχική και ηττημένη "απολύω" τα μικρά που τα περιλαβαίνει η δασκάλα τους με το αιώνιο ρητορικό ερώτημα των δασκάλων:
-Δεν είπαμε ότι δεν τρέχουμε;
Διηγούμαι το περιστατικό urbi et orbi. Οι συνάδελφοι κάνουν τσ, τσ, τσ και σχολιάζουν περιπτωσιολογικά. Περνάει μια βδομάδα. Σήμερα, στο κυλικείο. Ζητώ το ίδιο μοιραίο σάντουιτς. Περιμένω σειρά. Μπροστά μου περισσότερο μαντεύω από τη γυρισμένη πλάτη παρά αναγνωρίζω τον αμφισβητία της περασμένης εβδομάδας. Δεν ξέρω τ'όνομά του.Χωρίς να προλάβω να το σκεφτώ απλώνω το χέρι και τον ακουμπώ στον ώμο. Το παιδί μισογυρνάει. Μάλλον με είχε καταλάβει από πριν.
-Τι κάνεις; Ηρέμησες; ακούω τον εαυτό μου να ρωτά.
Το παιδί γυρίζει το κεφάλι. Με κοιτάζει.Έχει καθαρά γαλανά μάτια και βλέμμα ακόμη πιο καθαρό. Είναι πάλι συγκινημένος , αλλά ήρεμος. Ντροπή βάφει τα μάγουλα, όχι θυμός.
-Συγγνώμη, κυρία, για την Παρασκευή...
Τι μου συμβαίνει; Τι είναι αυτό που με αναγκάζει να τραβήξω το παιδί και να το αγκαλιάσω στους ώμους;
-Συγγνώμη, κυρία, ξαναλέει.
Υγρασία. Απειλητική και παρούσα. Τι διάολο... Ρεζίλι... Κάνω πως του τραβώ το αυτί:
-Θα στο βγάλω... Χαμογελάει ήσυχα. Ο κυλικειάρχης μου προτείνει ήδη το ρημαδιασμένο το σάντουιτς. Τόσο κράτησε η σκηνή. Ίσως κανείς να μην την πρόσεξε. Εύχομαι. Μα αύριο το πρωί θα ζητήσω να μάθω τ' όνομά του. Για να το φυλάξω.




Τετάρτη 16 Απριλίου 2008

Φώτα ολόφωτα

`


"Τα φώτα της πόλης", 1931. Σκηνοθέτησε τον εαυτό του και έγραψε το μουσικό θέμα. Υποχρέωσε σε ατελείωτες επαναλήψεις την κοπέλα που παίζει την τυφλή ανθοπώλισσα, στη σκηνή που του προσφέρει το λουλούδι, μέχρι να πετύχει την κίνησή της όπως αυτός την ήθελε. Η τελική σκηνή , η αναγνώριση με τη βοήθεια της αφής, ήταν η αγαπημένη του:

" (...) Στα "Φώτα της πόλης" ακριβώς η τελευταία σκηνή... Δεν υποκρίνομαι... Σχεδόν απολογητικά, στέκομαι έξω από τον εαυτό μου και παρακολουθώ... Είναι μια όμορφη σκηνή, όμορφη, γιατί δεν είναι υπερβολική. (...) "

Αν ψάχνετε τον ορισμό της ανθρωπιάς, της αθωότητας και της συγκίνησης.Έστω και για το χατήρι του κινηματογραφικού φακού. Δεν μπορεί, κάποια αλήθεια γράφει κι αυτός.

Τσάρλι Τσάπλιν, 16 Απριλίου 1889 - 25 Δεκεμβρίου 1977

Δευτέρα 14 Απριλίου 2008

Στα μαύρα τα πανιά ή δυστυχώς επτωχεύσαμεν

Πριν λίγες μέρες, στο τέλος του Μάρτη, οι εργαζόμενοι στον ΟΤΕ της Θεσσαλονίκης προχώρησαν σε μια κίνηση διαμαρτυρίας για την πώληση του οργανισμού κρεμώντας στην πρόσοψη του κτιρίου επί της Καρόλου Ντηλ τεράστια μαύρα κρέπια. Οργάνωσαν και εκδηλώσεις, έπαιξαν και μουσική και μετά έφυγαν.
Τώρα κάτι διμοιρίες ΜΑΤ παραμένουν έξω από το κτίριο και οι ΜΑΤατζηδες ( εμείς εδώ τον τόνο τον βάζουμε στο ΜΑΤ, ήγουν μάτατζηδες) ρουφούν το φραπεδάκι τους στα όρθια, έξω από το 15ο Λύκειο . Τι φυλάνε ; Τα κρέπια. Τα μαύρα τα πανιά. Έτσι κι αλλιώς "είμαστε στα μαύρα τα πανιά", όπως έλεγε η Βασιλική κάποτε , όταν ήθελε να κοροϊδέψει την απόγνωση και την απελπισία της . Περίπου σαν ορισμένους προπολεμικούς Εβραίους της Σαλονίκης που σκάρωναν τις περίφημες εικονικές πτωχεύσεις στα Λαδάδικα. Να πώς γινόταν αυτό:
Μη βλέπετε τώρα τα Λαδάδικα. Έχουν καταντήσει τουριστικό σκηνικό, σαν την Πλάκα, για αφελείς Αχηναίους ( εκ του "τι είναι μαύρο και γεμίζει τις παραλίες της Μυκόνου;") που καταφτάνουν για διάφορα φεστιβάλ και μπιενάλες και ψοφάνε για έρωτες και φαγιά και ό,τι τέλος πάντων έχουν στήσει στο φαντασιακό τους για τη Θεσσαλονίκη .
Σαν ήμουν μικρότερη ζητούσα από μπαρμπάδες και πατέρα να βγάλω βόλτα τις κυνηγάρες σκύλες που φύλαγαν στο μαγαζί, τέρμα Προξένου Κορομηλά. Ξεστράτιζα καμπόσο και έφτανα στα Λαδάδικα. Τα μπορντέλα που έβλεπα εκεί, εντελώς ευυπόληπτα, δεν πουλούσαν κανενός είδους παραμύθι.




Πριν το δεύτερο πόλεμο, κι ακόμη και λίγο μετά από αυτόν η περιοχή έσφυζε από οικονομική δραστηριότητα μια και εκεί γίνονταν το χοντρεμπόριο πολλών αγαθών και βεβαίως του λαδιού. Αρχαία η οικονομική φατσάδα της γειτονιάς, χτισμένη και οχυρωμένη παρακαλώ από τους Φράγκους ,δίπλα στο λιμάνι. Σιγά σιγά Εβραίοι έμποροι κατάφεραν να παρεισφρήσουν στο χοντρεμπόριο αφού , μέχρι την πυρκαγιά του '17 τουλάχιστον, ήταν οι ισχυρότεροι οικονομικοί παράγοντες της πόλης.
Όταν όμως η εβραϊκή επιχείρηση βρίσκονταν σε στενότητα ρευστού εφάρμοζαν το κόλπο της εικονικής πτώχευσης ,που δεν είχε σκοπό να εξαπατήσει κάποιον, μια και έμοιαζε πιο πολύ με παράσταση Comedia del' Arte παρά με δόλια μεθόδευση. Εξάλλου ήταν σε όλους τους συμμετέχοντες γνωστό το"τελετουργικό" και η κατάληξη, συμφωνημένη από τον άγραφο νόμο της εμπορικής επιβίωσης.
Στην είσοδο της επιχείρησης κρεμούσαν μαύρα κρέπια. Η επικείμενη χρεωκοπία ανακοινώνονταν στους ενδιαφερόμενους, όσους δηλαδή είχαν νταραβέρια με τη φίρμα και αυτοί κατέφθαναν στο μαγαζί σοβαροί και κρατώντας επιμελώς τα προσχήματα. Ο υπό πτώχευση πάντα νοικοκύρης τους τοποθετούσε σε κύκλια διάταξη κηδείας και κερνούσε καφέ και κονιάκ, όχι από τον καφετζή, για να φανεί πως προσέχει τα έξοδα... Κατόπιν εξηγούσε τις δυσκολίες της επιχείρησης και ανακοίνωνε ότι θα αναγκαζόταν να το κλείσει το ρημάδι μια και δεν μπορούσε πια να απαντήσει στα έξοδα. Οι παρευρισκόμενοι έπεφταν σε κατήφεια και περίσκεψη. Τότε ένας μιλημένος πεταγόταν και έλεγε στο ισπανικό ιδίωμα της Σαλονίκης:
"Αντιό! Δεν πρέπει να το αφήσουμε έτσι! Να τι υποστηρίξουμε! Αδελφό μας είναι! Νο σεκαϊό α μπάσσο! Εγώ θα πηγαίνω να βάζω κάτι από το υστέρημά μου να αυξήσω το κεφάλαιο, να μη χρεωκοπήσει!". "Αντιό, κι εγώ να βάζω κάτι" έλεγε ένας άλλος από το θίασο και έτσι μαζεύονταν το ποσό που έπρεπε για να σωθεί το "σπίτι". Όσο για τους Χριστιανούς γείτονες, που παρακολουθούσαν με θυμηδία τα τεκταινόμενα, όταν πια τελείωνε η σεμνή τελετή πετούσαν άκακα πειράγματα στους Εβραίους με τον τρόπο που πρόφτασα ν' ακούσω από τον πατέρα:
"Άντιό, Σαδίκο! Να πηγαίνω να ενισχύω κι εγώ το επιχείρηση!"
Κάθε σύγκριση με τα σημερινά νομίζω παρέλκει. Ποιος κοροϊδεύει ποιον, ποιος χάνει, ποιος κερδίζει. Ποιος μηνύει και ποιος φοβερίζει. Μόνο τα μαύρα τα πανιά διατηρούν κάπως τη σημειολογία τους. Ίσως όχι για πολύ. Στο τέλος θα παρακαλάμε να μας αγοράσουν , όσο μπορούμε ακόμη να πιάσουμε καλούτσικη τιμή στην αγορά. Και τότε θα σημαίνουν απλώς ότι τα καταφέραμε.

( η σκηνογραφία της προπολεμικής επιχειρηματικής φάρσας βρίσκεται αυτούσια στο παράξενο ,μα όχι ολότελα αυθαίρετο, βιβλίο του Μ. Χαραλάμπους Η μυστική ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Αρχέτυπο)

Σάββατο 12 Απριλίου 2008

Αντανακλάσεις

Johannes Vermeer, Κορίτσι που διαβάζει γράμμα μπροστά σε ανοιχτό παράθυρο.
Περίπου 1657-1659, λάδι σε καμβά ,83 x 64.5 cm.
Staatliche Kunstsammlungen, Gemäldegalerie, Dresden

Μια και, όπως φαίνεται, μου έγινε συνήθεια να γράφω posts σαν αντανάκλαση των αναρτήσεων άλλων, ιδού μια μικρή συνεισφορά στη φίλη Πουαντερι και το θάρρος της να υποστηρίζει όσα πράγματα της αρέσουν, χωρίς να ενδιαφέρεται αν είναι glamorous ή διανοουμενίστικα.
Λοιπόοοον... Ένα από τα χαρακτηριστικά που φανερώνουν την ιδιοφυΐα του Vermeer είναι η προβολή στα έργα του εκείνων των ιδιαίτερων στιγμών του βίου όπου κανείς νομίζει ότι είναι μόνος και χαμένος στις σκέψεις του. Σχεδόν όπως συμβαίνει στην ποίηση ο καλλιτέχνης υπαινίσσεται διαθέσεις και στάσεις που είναι μεν αναγνωρίσιμες αλλά όχι τελείως ορισμένες. Στο έργο αυτό ένα κορίτσι στέκεται στη γωνία ενός δωματίου εμπρός σε ένα ανοιχτό παράθυρο , εντελώς απορροφημένο από το γράμμα που διαβάζει. Οι τοίχοι, οι κουρτίνες και το τραπέζι ορίζουν τα φυσικά όρια του ακίνητου κόσμου της , ενώ η αντανάκλαση της κεφαλής της στο τζάμι εμφατικά αναφέρεται στην εσωτερική φύση των σκέψεών της.
Από τις ακτινογραφήσεις του πίνακα έχει προκύψει πως ο Vermeer αρχικώς είχε ζωγραφίσει στον τοίχο ,πίσω ακριβώς από την κοπέλα ,το κάδρο ενός Ερωτιδέα, γεγονός που καθοδηγούσε τον θεατή να ερμηνεύσει το περιεχόμενο του γράμματος που διαβάζει η κοπέλα. Κατόπιν ο ίδιος ο ζωγράφος το επιζωγράφισε, ίσως για να κάνει πιο ερμητική την ανάγνωση του πίνακα, όπως και στο "Κορίτσι που αποκοιμήθηκε".
Επίσης η μεγάλη σατινένια κουρτίνα που κρέμεται δεξιά και μοιάζει σαν να μην ανήκει οργανικά στον πίνακα είναι και αυτή το αποτέλεσμα επιζωγράφισης. Οι ακτινογραφήσεις αποκάλυψαν ότι η κουρτίνα ζωγραφίστηκε σε δευτερότερη φάση και σκέπασε ένα κρυστάλλινο διακοσμητικό κύπελλο κρασιού ( roemer ) που βρίσκονταν στο τραπέζι και είναι τυπικό αντικείμενο στην Ολλανδική ζωγραφική. Τέτοιες κουρτίνες χρησιμοποιούνταν στα πλούσια Ολλανδικά σπίτια μπροστά σε πίνακες, είτε ως προστατευτικά από τη σκόνη είτε προκειμένου να κρύψουν κάποιο γυμνό. Επίσης το τούρκικο χαλί που σκεπάζει το τραπέζι απαντάται σε τέτοια χρήση σε πολλούς Ολλανδικούς πίνακες ( βλ. επίσης και "Το κορίτσι που αποκοιμήθηκε"). Είναι προφανές ότι αυτά τα χαλιά ήταν τότε υπερβολικά πολύτιμα για να τα στρώνουν στα πατώματα. Η κουρτίνα σε αυτό το έργο του Vermeer θεωρείται έξοχο δείγμα trompe d' oeil, που λέγαμε και τις προάλλες.
Αλλά το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του πίνακα είναι η ασυμφωνία ανάμεσα στο κεφάλι της κοπέλας και την αντανάκλασή του στο ανοιχτό τζάμι. Ο θεατής βλέπει το αριστερό προφίλ της ενώ στο τζάμι αντανακλώνται τα τρία τέταρτα. Αυτό γιατί αρχικά ο ζωγράφος είχε τοποθετήσει το κεφάλι της κοπέλας στραμμένο περισσότερο προς το τζάμι και λιγότερο προς το θεατή και αργότερα το άλλαξε. Η αντανάκλαση όμως στο τζάμι παρέμεινε στην αρχική της μορφή, ίσως από καπρίτσιο του καλλιτέχνη που ήθελε να προβληματίζει τους μελλοντικούς θεατές. Ίσως πάλι για να δίνει δικαιολογία στις αναρτήσεις μου και γέφυρα μέχρι την Πουαντερι που σκοπεύει να το κεντήσει, δηλαδή να το κάνει κομμάτι του δικού της χρόνου και του δικού της κόσμου. Αυτό όμως δεν είναι , σύμφωνα με κάποια έννοια , η τέχνη;


Παρασκευή 11 Απριλίου 2008

Knitting USA

Το χειμώνα που μας πέρασε έγινε στη Μινεάπολι το Knit Out 2008, μια μεγάλη ετήσια συγκέντρωση για το πλέξιμο και τους ανθρώπους του. Το γεγονός περιλάμβανε εκθέσεις και συναντήσεις κάθε (πλεκτικού) είδους, εργαστήρια και επιδείξεις. Ανάμεσα στ' άλλα ο διαγωνισμός για την ανάδειξη της ταχύτερης πλέκτριας στον κόσμο και η συμμετοχή σ' ένα φιλανθρωπικό project πλεξίματος, από τα πάμπολλα που στήνουν οι Αμερικάνοι για να γιατρέψουν τις πληγές που οι ίδιοι ανοίγουν.

`


Λοιπόν, τι λέτε; Η επική πλευρά του πλεξίματος ή απλώς ένα εμπορικό πανηγύρι; Χαζοχαρούμενες αμερικανιές; Έκφραση αυτού που ονομάζω "πολιτισμός του χεριού"; Όλα μαζί; Σε κάθε περίπτωση, εικόνες αδιανόητες για την καθ' ημάς Ανατολή. Και να είναι μόνο η παρουσία των μεγάλων εταιριών νημάτων που υποκινούν και διαμορφώνουν τη συμπεριφορά του κόσμου ή πρόκειται και για κάτι άλλο; Συζητάμε κάθε ερμηνεία.


Η σημερινή ανάρτηση είναι το συμπλήρωμα στις φωτο που κρέμασε η πουάντερι. Ίσως έτσι παρηγορηθεί που δεν έφυγε για το Ναύπλιο.

Φούμαρα

`

Δείτε το φιλμάκι μέχρι το τέλος. Είναι από την αξέχαστη ταινία του '82 "L' as des as" που προβλήθηκε με τον ελληνικό τίτλο "Ο άσσος των άσσων". Πρωταγωνιστεί ο υπέροχος Μπελμοντό στο ρόλο βετεράνου αεροπόρου του Α΄παγκόσμιου, ο οποίος τα βάζει με τον Χίτλερ αυτοπροσώπως προκειμένου να βοηθήσει μια οικογένεια Εβραίων . Φιλμ χαρούμενο και αισιόδοξο , ανάλαφρο μα όχι ελαφρύ, κομψό μα όχι επιτηδευμένο, στην παράδοση του γαλλικού σινεμά. Οι ναζί γελοιοποιούνται σε κάθε σκηνή και ο Μπελμοντό δεν χάνει την ευκαιρία να επιδείξει το ταλέντο του μπριλάντε κωμικού.
Βερολίνο, το 1936, η χρονιά των Ολυμπιακών του ναζισμού. Πράκτορες της Γκεστάπο διαλύουν ένα βιβλιοπωλείο και ο Μπελμοντό επεμβαίνει. Οι ναζί τον καταδιώκουν και εκείνος αποφασίζει να παραστήσει τον Άρειο λαμπαδηδρόμο για να ξεφύγει. Τρέχει άνετος, φορώντας τα σώβρακα με μοναδικό στυλ και κρατώντας τη δάδα ανά χείρα. Το πλήθος ζητωκραυγάζει , τα ναζιστικά σύμβολα ανεμίζουν. Οι γκεσταπίτες μπερδεύονται και ο Μπεμπέλ παραδίδει τη "φλόγα" στον πρώτο τυχόντα γερμαναρά και τον βάζει να τρέξει, φροντίζοντας πρώτα ν' ανάψει το πούρο του από αυτή! Στη συνέχεια φουμάρει μακαρίως φυσώντας απολαυστικά τον καπνό του.
Φούμαρα, λοιπόν. Φουμάρει ο Μπεμπέλ στο φιλμ και ξέρει τι κάνει. Εμείς εδώ ξέρουμε τι φούμαρα μας ταΐζουν τόσα χρόνια με τις ολυμπιακές φλόγες και τα ρέστα; Η αρχαία Ολυμπία ούτε στο πιο τρελό της όνειρο δεν είχε αντικρίσει τελετές αφής με παρελάσεις παρθένων και κάτοπτρα. Όλα αυτά που βλέπουμε στην τηλεόραση, ριγώντας από εθνική περηφάνεια, είναι ναζιστικής εμπνεύσεως. Απόπαιδα του μεσοπόλεμου, πνευματικοπαίδια του Γκαίμπελς και υιοθετημένα τέκνα της σιωπηλής μεταπολεμικής συναίνεσης. Η σύγχρονη Ολυμπία, βεβαίως, δεν είναι απλώς φούμαρα, είναι κυριολεκτικώς στάχτη και μπούλμπερη. Βλέπετε , η ίδια η πραγματικότητα, με το δάχτυλο τεντωμένο, δείχνει την αλήθεια και γελάει.
Για όποιον/α έχει διάθεση να ακούσει : Ο Ιός της Ελευθεροτυπίας τα εξηγεί μια χαρά. Ειδάλως:

Πέμπτη 10 Απριλίου 2008

Albino's album

`


1) Όνομα: Αγγελικό και μαύρο φως
2) Γενέθλια: 21 Ιουλίου
3) Ζώδιο: Ένα που πλάγια βαδίζει.
4) Χρώμα μαλλιών: Τώρα μάλιστα. Ξανθό.
5) Χρώμα ματιών: Καστανό.
6) Έχεις ερωτευτεί ποτέ?: Τουλάχιστον έχω πείσει τον εαυτό μου πως ναι.
7) Είδος μουσικής που ακούς: Πλίνθοι και κέραμοι
8) Χαρακτήρας Disney/Warner Bross: Ο Walt.
9) Ποιος φίλος/φίλη σου μένει πιο μακριά? Αυτοί που ξέχασα.
10) Πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι μόλις ξυπνήσεις: Τι έχω να κάνω;
11) Κάτι που έχεις πάντα μαζί σου και δεν το αποχωρίζεσαι: Ένα κομπολόι.
12) Τι έχεις στον τοίχο σου?΄ Φτηνοπράματα.
13) Τι έχεις κάτω απ' το κρεβάτι σου?: Χαλιά (προσοχή στον τόνο sobraluz) τυλιγμένα.
14) Αν ήσουν μόνος/η στο σπίτι και άκουγες ένα βάζο να σπάει τί θα έκανες? Την ψύχραιμη.
15) Αγαπημένος αριθμός: Η ακολουθία Φιμπιονάτσι.
16) Αγαπημένο όνομα: Στο όνομα όλων των δικών μου.
17) Τα χόμπι σου: Dolce far niente( η γλυκιά απραξία του τίποτε).
18) Πού θα ήθελες να ήσουν τώρα?: Στη σκέψη Ενός.
19) Μια ευχή για το μέλλον: Υπομονή και καλή εντύπωση.
20) Αν μπορούσες να ταξιδέψεις στο χρόνο και να γυρίσεις πίσω, σε ποια εποχή θα πήγαινες?: Θεσσαλονίκη, 1342 , καλοκαίρι. Το κίνημα των ζηλωτών.
21) Φωτιά! Πάρε κάτι μαζί σου: Τα παιδιά! Τα παιδιά!
22) Αγαπημένο λουλούδι: Καμέλια που άνθισε σε Σανέλ σακάκι.
23) Αγαπημένη σειρά: Six feet under.
24) Αγαπημένη ταινία:.. Ως η άμμος της θαλάσσης.
25) Αγαπημένο τραγούδι: Ομοίως.
26) Aγαπημένο βιβλίο: Ου λάβεις το όνομα Κυρίου και Θεού σου επί ματαίω...
27) Αγαπημένο ζώο: Βρωμόγατες.
28) Αγαπημένο ρούχο: Τζιν. (με το προειρηθέν σακάκι)
29) Αγαπημένος καλλιτέχνης/ιδα: Καταραμένος να 'ναι κι ό,τι νά 'ναι.
30) Αγαπημένο χρώμα: Το λυκόφως.
31) Αγαπημένο φαγητό: Άλλη ερώτηση.
32) Με ποιον χαρακτήρα από cartoon (Disney, WB, comics) ταυτίζεσαι?: Κόρτο Μαλτέζε.
33) Κακή συνήθεια: Θα αστειεύεστε...
34) Χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς σου που σου αρέσει: Δεν ξέρω/ δεν απαντώ
35) Χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς σου που δεν σου αρέσει: Δεν ξέρω/ δεν απαντώ
36) Συνηθισμένη ατάκα: Δεν ξέρω/ δεν απαντώ
37) Δουλειά που θα ήθελες να κάνεις: Συλλέκτρια άνω τελειών.
38) Μεγαλύτερος φόβος: Horror vacui.
39) Η καλύτερη pizza: Η νεκρή pizza.
40) Πιστεύεις ότι τα κατοικίδια ζώα είναι...: Ειλικρινώς; Μπελάς.

Ευχαριστώ την roadartist για την πρόσκληση. Πουαντερι, Χουανίτα, Ντίνα, Ευαγγελία, Φαραώνα, παίζετε;

Τρίτη 8 Απριλίου 2008

Trompe d' oeil

`

Όταν ο ρεαλισμός το παρακάνει και το μάτι αφήνεται να ξεγελαστεί. Τότε που - κάτω από τα σταυροθόλια του μηδενός - ανοίγει πόρτες φασματικές και διαβαίνει κατώφλια ανύπαρκτα, για να ξεγλιστρήσει σε κήπους και ουρανούς που νεύουν μαυλιστικά. Τότε που , με αφέλεια μελετημένη, λέμε α τι ωραίο trompe d' oeil και θαμπώνουμε τους άλλους με τις γνώσεις γαλλικής άμα τε και διακόσμησης και μέσα μας βαθιά κρύβουμε το κολόβωμα αυτών των ίδιων κατωφλιών που ποτέ δε δρασκελίσαμε, των ουρανών που δεν δοκιμάσαμε το γαλάζιο τους.




Παρ' όλα τούτα κρατάμε ψηλά την τιμή και την υπόληψη της καλής πλέκτριας και καταπιανόμαστε με ένα είδος πλεκτής οφθαλμαπάτης. Είναι ζακάρ ή δεν είναι;




Fair Isle για τους αγγλομαθείς, ζακάρ μας το έμαθαν οι μαμάδες και οι οικοκυρικούδες στα γυμνάσια θηλέων του '80, από το Γάλλο εφευρέτη της πλεκτομηχανής με διάτρητη καρτέλα, που έδωσε το λάκτισμα για τη μαζική παραγωγή πλεκτών. Μεταξύ μας, μπελάς σκέτος η εναλλαγή των χρωμάτων στο πίσω μέρος του πλεκτού, το σταύρωμα της κλωστής, το μπλέξιμο των κουβαριών,χώρια το μέτρημα. Μια λύση-εξαπάτηση του κοινού οι κλωστές που "βγάζουν" ζακάρ από μόνες τους. Δεν είναι τίποτε άλλο από ένα και μοναδικό νήμα, βαμμένο με χρώματα διαδοχικά, με μια τυχαία διαδοχή βεβαίως. Στο πλέξιμο διατηρούν το στοιχείο του σασπένς για το χειριστή τους.Πλέκεις και δεν ξέρεις τι θα προκύψει.
Ψευδεπίγραφο λοιπόν το πράγμα, αλλά και τι έχει μείνει αυθεντικό στις μέρες μας; (ύφος σκεπτικό και απαισιόδοξο, απαραίτητο στοιχείο blog που ψοφάει για δημοφιλία ). Ίσως -ίσως το αναπάντεχο κοντραπούντο που κάνουν οι φωνές του μακαρίτη Freddie Mercury και της αειθαλούς (ελπίζω) Caballè. Δεν αντιστέκομαι στην επιθυμία να σας τους θυμίσω. Ο άτακτος ρόκερ που πρόλαβε να πεθάνει σε μια ένθεη φθορά πριν καταλήξει κι αυτός να διαφημίζει βαλίτσες και η ντίβα που το βαφτιστικό της το πήρε από ένα βουνό της πατρίδας της. Τι τραγουδούν μπροστά σ' ένα σκηνικό ρωμαϊκού θριάμβου; Βαρκελώνη. Η πόλη του Montalban, που λέγαμε τις άλλες, και του ήρωά του, του επιθεωρητή Πέπε Καρβάλιο .Η πόλη των αναρχικών και των Καταλανών αυτονομιστών. Η πόλη της αρχιτεκτονικής και της γαστρονομίας. Γυρίστε το κουμπάκι της έντασης στο μέγιστο. Ξεκινάμε.





Δευτέρα 7 Απριλίου 2008

Whole langueage aproache ή ο αχταρμάς που όλοι αγαπήσαμε

`

Αχταρμάς είναι λέξη πολύ γνωστή και τη χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να περιγράψουμε μια κατάσταση ανακατωσούρας και μπερδέματος, άλλως λεγόμενη και "χύμα". Πρόκειται για λέξη λιμανίσια και μάλιστα από την ιδιόλεκτο των βαρκάρηδων που κάποτε μετέφεραν τους επιβάτες στην στεριά όταν το βαπόρι βρίσκονταν αρόδο ,δεν έπιανε δηλαδή στο λιμάνι. Το απίθανο συνοθύλευμα ανθρώπων, εμπορευμάτων και αποσκευών (καμιά φορά και ζώων) που στριμώχνονταν στις βάρκες, βρεγμένοι, ζαλισμένοι και τρομαγμένοι και η βιασύνη του βαρκάρη να φτάσει στη στεριά και να ξαναγυρίσει ήταν ο αχταρμάς. Αχταρμάς λεγότανε και ένα σφουγγαράδικο σκαρί που έπαψε να κατασκευάζεται τη δεκαετίεα του ΄70. Σήμερα σώζονται ελάχιστα τέτοια πλεούμενα.
Υπάρχει η άποψη ότι πρόκειται για λέξη τούρκικη, από το aktarma. Όπως επίσης και η άποψη ότι είναι αντιδάνειο ( από τα ελληνικά στα τούρκικα και πάλι στα ελληνικά) από το :
>ακτή +ερμός = αποθήκη -->ακτερμός -->ακταρμάς-->αχταρμάς. Απο την ποικιλία των εμπορευμάτων που τοποθετούνταν εκεί.Συχνά χρησιμοποιούνταν παροπλισμένα πλοία. ΄Αρα και κάθε κακοτάξιδο πλεούμενο.
Τώρα, τι είδους σχέση μπορεί να έχει ο αχταρμάς με το γλωσσικό μάθημα; Έλα όμως που αυτή είναι η αίσθησή μου, Απρίλιο μήνα, στην τάξη που -αναιδώς- ανέλαβα να γραμματίσω το φθινόπωρο.
Και για να μη σας μπλέξω με τη στρυφνή ορολογία του σιναφιού μου και με κατηγορήσετε ότι είμαι μια τεχνοκράτισσα δασκάλα ,σας λέω μια και καλή ότι αυτό που βλέπετε στο βίντεο είναι μια τάξη ανάγνωσης και γραφής κάπου στο Αμερική. Δέστε λίγο το φιλικό στα παιδιά περιβάλλον, τις μοκέτες και τις κουνιστές καρέκλες, τα εκατοντάδες προσιτά στα παιδιά αντικείμενα και τα ολιγομελή τμήματα. Μετά κοπιάστε να δείτε όχι μόνο τη δική μου τάξη αλλά και την οποιαδήποτε τάξη του σχολείου της γειτονιάς σας, με τα σιδερένια θρανία, τις σιδερένιες ντουλάπες, τα μωσαϊκά και τα είκοσι οκτώ παιδιά. Κι αν σας μείνει κουράγιο για άλλες συγκρίσεις ανοίξτε και τα βιβλία της γραφής και της ανάγνωσης. Να λοιπόν που φτάσαμε και στον αχταρμά!
Μεθοδολογικοί πλίνθοι και κέραμοι, ατάκτως ερημένοι πάνω στα κεφάλια των παιδιών, των γονιών και της αλαλιασμένης δασκάλας . Η οποία επικαλείται όσες παροιμίες ξέρει και δεν ξέρει για να σαλβάρει την κατάσταση: Μαθαίνουμε μπαρμπερική στου κασιδιάρη το κεφάλι. Με πορδές δε βάφουν αυγά. Με ξένα κόλλυβα γίνεται μνημόσυνο; Τι του λείπ' του κασιδιάρη; Σκούφια με μαργαριτάρι! κλπ, κλπ
Όλα τούτα για να περιγράψουμε μια κατάσταση αφελούς πειραματισμού και πρόχειρης μεταφοράς, στα καθ' ημάς, των απόψεων για το γλωσσικό μάθημα που από δεκαετίες έχουν -μετά από έρευνα- εφαρμοστεί αλλού και έχουν αξιολογηθεί και έχουν αναπροσαρμοστεί ξανά και ξανά.
Τι το θέλαμε και αφήσαμε το βου- α :βα; Μήπως έχουμε εξασφαλίσει τις υλικές προϋποθέσεις για να ξαμοληθούμε στο "Whole langueage aproache" και δεν το έχω πάρει είδηση; Ή μήπως , μια και αναφέραμε πολύ του κασίδη το κεφάλι, η νέα προσέγγιση στο γλωσσικό μάθημα και στα άλλα μαθήματα ,με τους υπάρχοντες όρους, απλώς πρόκειται να ανοίξει κι άλλο την ψαλίδα της επίδοσης των παιδιών; Πώς είπατε; Ποιες διαφορές στην επίδοση; Ευχαρίστως να σας πω:
Να, αίφνης η Χ., κόρη πανεπιστημιακού και καθηγήτριας, πάει τόσο καλά, μα και οι γονείς της έχουν εντελώς απροκάλυπτη την αίσθηση της ανωτερότητας. Σαν και την ίδια τη Χ. που δεν αφήνει τη διπλανή της , τη Γ. να "βλέπει". Η Γ. ζει στις εργατικές και είναι ορφανή από μάνα. Δυσκολεύεται πάρα πολύ.
Ο Δ. πάλι, από τις εργατικές κατοικίες και αυτός, γεννημένος εκτός γάμου, ζει σε περιβάλλον ταραγμένο και επικριτικό και διψάει για αναγνώριση.Δυσκολεύεται πολύ. Αντίθετα ο Θ., από τις καινούριες μεζονέτες , πιστεύει ότι μεγαλώνοντας θα γίνει επιστήμονας. Πηγαίνει πολύ καλά. Έχει τέτοια ακλόνητη σιγουριά για τον εαυτό του και τις γνώσεις του, που όταν επισημαίνω τα λάθη του με κοιτάζει παραξενεμένος.
Ή ο Π., από τις κάτω εργατικές. Η μανούλα του σιδερώνει τα σεντόνια του νοσοκομείου, ο αδελφός του είναι με αναπηρία. Ήρθε στην πρώτη τάξη και δεν ήξερε να πιάνει το μολύβι. Έχει κάνει μακρύ και δύσκολο δρόμο, χώρια που έχει επωμιστεί ένα σωρό προσδοκίες της οικογένειας. Τόσες, που σπάνια γελάει στην τάξη. Η Α. πάλι, μένει και αυτή στις εργατικές, ορφανή και με αναπηρία. Η μητέρα της χρειάζεται και η ίδια υποστήριξη. Το παιδί έχει μεγάλη ανάγκη θεραπειών, αλλά το πράγμα δεν προχωράει. Δεν μπορεί να βρεθεί ο τρόπος. Έμαθα ότι και η κοινωνική λειτουργός σήκωσε τα χέρια ψηλά. Τι θ΄απογίνει;
Για τη μικρούλα Ε., που δεν έκανε ούτε αυτή καλή προετοιμασία στο νηπιαγωγείο, ευτυχώς βρέθηκε τρόπος να ξεπεραστούν οι δυσκολίες της πρώτης τάξης. Μια δασκάλα αδιόριστη της κάνει ιδιαίτερο μάθημα στο σπίτι και έτσι το παιδί προχωράει. Ο πατέρας της είναι στρατιωτικός και η μητέρα της υπάλληλος.
Γιατί τα λέω όλα αυτά; Γιατί βαρέθηκα.
Βαρέθηκα να βλέπω παιδιά έξη, επτά, δέκα χρόνων και να φοβάμαι αυτό που θα τα ακολουθήσει. Και μη βιαστείτε να διαμαρτυρηθείτε ότι τα προδιαγράφω όλα αυθαίρετα και τα ισοπεδώνω. Μετά από δυο δεκαετίες στα σχολειά και αρκετούτσικο σχετικό διάβασμα μπορώ να σας πω ότι ο κοινωνικός επικαθορισμός κάθε παιδιού είναι σχεδόν ανυπέρβλητος. Ή, με άλλη διατύπωση, ότι μερικά παιδιά έχουν μακρύ και μοναχικό δρόμο να περπατήσουν μέχρι να τα καταφέρουν και το σχολειό , έτσι όπως είναι φιαγμένο, δεν μπορεί να κάνει τίποτε γι αυτά. Αντίθετα, ενισχύει και επιβραβεύει τους "άλλους", τους "καλούς", αυτούς που η οικογένειά τους έτσι κι αλλιώς τους στηρίζει. Γιατί; Μα γιατί το σχολειό μας είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των "καλών", όχι των παρακατιανών. Εξάλλου ποιο παιδί λέτε να έχει τις περισσότερες πιθανότητες να εγκαταλείψει το σχολείο στο γυμνάσιο , η Ε. που έχει μαμά αντιεισαγγελέα ή ο Ο. που έχει μητρική του τα αλβανικά; Η Ε. γράφει ήδη "κειμενάρες" ενώ ο Ο. σχεδόν τίποτε.
Και ο νοών, νοήτω.

Σάββατο 5 Απριλίου 2008

Ποιοι είναι οι αφέντες των λέξεων;

`

Ο Paulo Freire (Recife, Βραζιλία 1921 – São Paulo, Βραζιλία 1997) παιδαγωγός και θεωρητικός της εκπαίδευσης, με τεράστια επιρροή στην παιδαγωγική σκέψη και την πρακτική του ύστερου 20ου αι.
Μίλησε για την απελευθερωτική διάσταση της εκπαίδευσης και την αξία της στη διαδικασία του κοινωνικού μετασχηματισμού.
Κεντρική έννοια της εργασίας του ο εξανθρωπισμός vs στον απανθρωπισμό που επιβάλλει η εξουσία στους λιγότερο προνομιούχους του κόσμου τούτου.
Σταθερός υποστηρικτής αυτών που τολμούν να διδάσκουν συνδέοντας την πολιτική πράξη με την εκπαιδευτική . ( Freiere P.,Teachers as cultural workers - letters to those who dare teach, 1998. Υπάρχει και ελληνική έκδοση)
Συνοψίζει, σε δυο κουβέντες, την αφετηρία της άποψής του : Πρώτα μαθαίνουμε να διαβάζουμε τον κόσμο(world), στην έκταση και το βαθμό που μπορούμε, και μετά μαθαίνουμε να διαβάζουμε τη λέξη (word).Και βέβαια ο βαθμός κατανόησης του κόσμου γύρω μας δεν εξαρτάται μόνο από το το βιολογικό "προικιό" που διαθέτουμε αλλά, κυρίως,από το είδος της εκπαίδευσης που λαβαίνουμε μέσα και έξω από το σχολείο.
Με τη λεπτή διαφορά ότι - αντίθετα με ότι πιστεύουν οι περισσότεροι- η γνώση δεν είναι κάτι ουδέτερο και "ανώτερο", έξω από την κοινωνία και την ιστορία. Αντίθετα, προσδιορίζεται με πολύ συγκεκριμένο τρόπο , από εκείνους που τη διαδίδουν και από εκείνους που αυτή η γνώση εξυπηρετεί.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι να γίνουν τα παιδιά κριτικοί αναγνώστες της πραγματικότητας και να μπορούν να "αποκωδικοποιούν" τον κόσμο θέτοντας ερωτήματα για το νόημα, τις προθέσεις και τις επιδιώξεις των δικών τους πράξεων αλλά και των πράξεων των άλλων ανθρώπων.
Ο Νόαμ Τσόμσκι, στο ωραίο βιβλίο του "On Μiseducation" ( Καστανιώτης, 2002) - "Περί κακής εκπαιδεύσεως" θα μπορούσε να το καταλάβει κανείς- γράφει ότι όσο λιγότερο δημοκρατικό είναι ένα σχολείο τόσο πιο αναγκαίο είναι γι αυτό να διδάσκει δημοκρατικά ιδεώδη. Και εννοεί βεβαίως ότι η δημοκρατία δεν μπορεί να είναι αντικείμενο ακαδημαϊκής διδασκαλίας αλλά βιωμένο, αληθινό γεγονός. Έτσι συνδέει το περιεχόμενο της λέξης διανοούμενος με την αλήθεια που κάθε εκπαιδευτικός είναι διατεθειμένος να πει σε όσους τον ακούν.
Εξάλλου, "δεν υπάρχει αληθινός λόγος που να μην είναι συγχρόνως μία πράξη. Το να πεις ένα σωστό λόγο ισοδυναμεί με το να μετασχηματίζεις τον κόσμο." ( Paulo Freire, Η αγωγή του καταπιεζόμενου , 1970, Εκδόσεις Ράππα 1977 ) Το αίτημα για τη διδασκαλία της αλήθειας συναρτάται με το αίτημα για μια συνολική, συνεκτική κατανόηση της πολυπλοκότητας του κόσμου καθώς και με την αποκατάσταση της δημοκρατικής λειτουργίας των σχολείων με τη βοήθεια της έμπρακτης εφαρμογής δημοκρατικών διαδικασιών στην εκπαιδευτική δομή και πράξη.
'Ενα δημοκρατικό σχολείο απορρίπτει την επιλεκτική θεώρηση του νοήματος και της γνώσης. Κι αυτό γιατί αναγνωρίζει ότι οι λέξεις και η χρήση τους δεν σχηματίζονται σε κοινωνικό κενό, αλλά είναι φορείς εξουσίας:

(...) Όσο για την πρόταση που του έγινε να μείνει στο χωριό ως καθηγητής, θα τη δεχόταν, φτάνει να τον άφηναν να διδάξει γραφή και ανάγνωση από την αρχή ως το τέλος, δηλαδή να τον άφηναν να διδάξει στους μαθητές του ποιοι είναι οι αφέντες των λέξεων και τι θέλουν.
Τα παιδιά τον καλοδέχτηκαν, προπάντων επειδή δίδασκε σ' αυτά πράγματα που διαισθάνονταν ότι ήταν χρήσιμα. Παραδείγματος χάρη, ποιος είναι ο ιδιοκτήτης της λέξης σταλακτίτης ή της λέξης αυτοσχεδιασμός ή της λέξης επιθυμία ή της λέξης μνήμη ή της λέξης ελπίδα."Τις σημαντικές λέξεις πρέπει πάντα να τις στερείς από κάποιον για να τις μοιράσεις στους ανθρώπους", έλεγε ο δάσκαλος Δαμίθις.
Με τον καιρό, αφού κατάλαβαν ποιοι ήταν οι αφέντες των λέξεων και κατά συνέπεια έμαθαν να διαβάζουν, τα μαθήματα έγιναν πιο ρουτιάρικα, αλλά ποτέ τόσο ώστε τα κορίτσια και τα αγόρια της Βιβιάνα να μην εκτιμούν το Δαμίθις ως μέντορά τους και να μη συζητούν μαζί του ακόμα και τα πιο μυστικά τους όνειρα, προπάντων αν τα όνειρά τους τους τρόμαζαν. ( Ο άρχοντας των μπονσάι, Manuel Vázquez Montalbán, Μεταίχμιο, 2003)



Ο Manuel Vázquez Montalbán γεννήθηκε στη Βαρκελώνη το 1939. Έγραψε για τον έρωτα και για το θάνατο, για τα φαγιά και τους μετανάστες, για τα αστυνομικά μυθιστορήματα,τους Ζαπατίστας, τη Βαρκελώνη, για την τέχνη και την πολιτική. Έγραψε και ένα μικρό διαμάντι, τον "Άρχοντα των μπονσάι", για τα παιδιά (;)
Στο βιβλιαράκι αυτό συνοψίζεται η σχέση της εξουσίας με την εκπαίδευση και των εξουσιαστών με τους εξουσιαζόμενους. Δικαιώνει την άποψη του Φρέιρε που πίστευε ότι ο δάσκαλος είναι πολιτικός αλλά μπορεί να είναι και καλλιτέχνης.
Πάρτε το για τα δεκάχρονά σας ή τα δωδεκάχρονα. Διαβάστε το κι εσείς όμως. Ίσως να νιώσετε λίγη από τη συγκίνηση που νιώσαμε κι εμείς ένα καλοκαίρι, πριν δυο χρόνια σαν το έπαιξαν τα παιδιά της τελευταίας τάξης. Ένα δώρο αποχαιρετισμού, που τους κάναμε στο κατώφλι της εφηβείας. Ένα δώρο υποσχετικό που δεχτήκαμε από τα παιδιά κι εμείς, στο "μεσοστράτι πάνω της ζωής μας".
Ο Montalbán πέθανε στο αεροδρόμιο της Μπανγκόκ το 2003, στη διάρκεια ενός ακόμη ταξιδιού. Η είδηση του θανάτου του μου προξένησε λιγότερο λύπη και περισσότερο τη βεβαιότητα ότι ταίριαζε τόσο με τη ζωή του όσο λίγων ανθρώπων οι θάνατοι. Πάντα πίστευα για το Montalban ότι ήταν , όπως και ο Freire- ένας vagabond of the obvious- ένας περιπλανώμενος στην αναζήτηση του προφανούς.


LinkWithin

Related Posts with Thumbnails