Το ' χουν οι Παπανδρέου φαίνεται να τραυματίζονται τέτοιες μέρες. Μα δε μου μοιάζει για οιωνός.( Για μπας και είναι;) Άσχετο το σημερινό παπανδρεϊκό σπάσιμο, ειρηνικό και αναμάρτητο; Μα και το πατρικό, λέτε να περιείχε κανέναν άπιαστο συμβολισμό για το "γύψο" που φορέθηκε αναγκαστικά από την επομένη; Αν σε κάποιου το μυαλό γίνουν συγκρίσεις, ας μην είναι το δικό μου. Εξάλλου εκείνο το βράδυ εγώ ήμουν μια σταλιά, στα τέσσερα βαδίζοντας. Το σπίτι μας ήταν στο μακρινό προάστιο που το λέγανε Καλαμαριά, τρίτο πάτωμα, βλέπαμε θάλασσα.
Αυτό ήταν και ο λόγος της μετακόμισης από το κέντρο. Η θέα της θάλασσας και ο νέος αέρας που θα γιάτρευε τη Βασιλική από το βαρύ το πένθος για τη μάνα της. Γύρω τα προσφυγικά σπίτια ένα με τα τσαμούρια, αυλίτσες με γκαζοντενεκέδες και τσίγκινα βρυσάκια κρεμασμένα στον τοίχο , ροζ σοβάδες στα δωμάτια. Όλα καλά και γραφικά. Τα πιάτα με τα τηγανισμένα τα ψάρια ανεβοκατέβαιναν από τη γειτονιά ,το καινούριο, άσπρο Ford Cortina του πατέρα εγκαινίαζε τη σημειολογία του πλούτου για το μαχαλά, αλλά ούτε σχολειό μας έστειλαν ποτέ εκεί, ούτε στις παρέες τις καλαμαριώτικες αξιωθήκαμε να μπούμε, μια ζωή επίληδες.
Ακόμη και τα ψώνια έρχονταν από κάτω. Γωνία Μητροπόλεως και Καρόλου Ντηλ ήταν ο "Άκης ο μπακάλης". Μεσοτοιχία πάνω στη Μητροπόλεως το ημιυπόγειο οικογενειακό μαγαζί, "Μετασχηματισταί-Ανορθωταί ΗΣΜΠΑ". Γραφείο καθώς έμπαινες, κατεβαίνοντας λίγα σκαλιά , και μετά το εργαστήριο με τα "παιδιά" , τους ξύλινους πάγκους και τα μηχανήματα περιέλιξης. Μυρωδιά από βενζινόκολλα και στουπιά για τα χέρια. Στο πίσω μέρος αποθήκη για τα σκυλιά του κυνηγιού και χαλύβδινο χρηματοκιβώτιο για τις λίρες. Το κτίριο από κείνα που χτίστηκαν μετά τη φωτιά του '17. Στον πρώτο όροφο το σπίτι του μπακάλη και η αξέχαστη μάνα του η κυρία Αναστασία, άνθρωπος γλυκός και γελαστός. Στο γάμο του παιδιού της γίναμε παρανυφάκια. Σήμερα εκεί υπάρχουν μαγαζιά με τσάντες και κοσμήματα και η απορία αν όλα εκείνα που θυμάμαι γίνηκαν στ' αλήθεια.
Από τον Άκη το μπακάλη έρχονταν οι προμήθειες κάθε βδομάδα μια φορά, τις έφερνε ο ίδιος με το φορτηγάκι του μέχρι την Καλαμαριά, άλλο πρωτάκουστο γεγονός κι αυτό. Εκείνο το Παρασκευάτικο βράδυ του Απρίλη ο μπακάλης άργησε. Σαν σε όνειρο θυμάμαι την ανησυχία των μεγάλων που τον περίμεναν και τα λόγια του όταν πια έφτασε και ανέβηκε στην κουζίνα που ήταν αχώριστη από το καθιστικό δωμάτιο, άλλη μια nouveaute της Βασιλικής.
-Αναγκάστηκα να πάω από γύρο. Όπου και να πήγαινα ήτανε τανκς στους δρόμους. Παντού κλειστά.
Έτσι, ανάμεσα σε ζαρζαβάτια και χαρτί υγείας, καφέ και ρύζια μπήκε στη ζωή μας η χούντα. Τα σαρανταπεντάρια δισκάκια του Μίκη έχασαν το τριάκτινο πλαστικό "ποδαράκι" που τα κάθιζε στο βαλιτσάκι πικ άπ, για να μην τα βάλουμε εμείς τα παιδιά ,και το μαύρο ραδιόφωνο από βακελίτη έπιανε Ντόυτσε Βέλε μόνο στο μπάνιο, παρέα με τις αιμορροΐδες -ενθύμιο της εξορίας του πατέρα στη Μακρόνησο. Αργότερα ο Άκης ο μπακάλης άρχισε να μας φέρνει και μεγάλα μπουκάλια του λίτρου με κόκα κόλα όταν ,το ΄69 νομίζω, οι χουνταίοι παραχώρησαν σύμβαση αποικιακού τύπου στην εταιρία.
Στο οικογενειακό σκηνικό είχε ήδη προστεθεί και η θεία από το Κάρντιφ, φρέσκια χήρα, εξαδέλφη του πατέρα που αποφασίστηκε να μείνει μαζί μας. Είχε φέρει μαζί της ασπρόμαυρη τηλεόραση, εγγλέζικα ανακατωμένα με προσφυγίτικα ελληνικά, πορσελάνες από τα ταξίδια του μακαρίτη καπετάνιου της στην Κίνα και τη γνώση ότι το drink στο τραπέζι ήταν απαραίτητο.
Το ΄60 έπνεε τα λοίσθια. Η μεταπολίτευση και η εφηβεία έρχονταν πιασμένες αγκαζέ, να μου δείξουν τι ακριβώς είναι ο κόσμος και γιατί πρέπει να τον αλλάξουμε.
Αυτό ήταν και ο λόγος της μετακόμισης από το κέντρο. Η θέα της θάλασσας και ο νέος αέρας που θα γιάτρευε τη Βασιλική από το βαρύ το πένθος για τη μάνα της. Γύρω τα προσφυγικά σπίτια ένα με τα τσαμούρια, αυλίτσες με γκαζοντενεκέδες και τσίγκινα βρυσάκια κρεμασμένα στον τοίχο , ροζ σοβάδες στα δωμάτια. Όλα καλά και γραφικά. Τα πιάτα με τα τηγανισμένα τα ψάρια ανεβοκατέβαιναν από τη γειτονιά ,το καινούριο, άσπρο Ford Cortina του πατέρα εγκαινίαζε τη σημειολογία του πλούτου για το μαχαλά, αλλά ούτε σχολειό μας έστειλαν ποτέ εκεί, ούτε στις παρέες τις καλαμαριώτικες αξιωθήκαμε να μπούμε, μια ζωή επίληδες.
Ακόμη και τα ψώνια έρχονταν από κάτω. Γωνία Μητροπόλεως και Καρόλου Ντηλ ήταν ο "Άκης ο μπακάλης". Μεσοτοιχία πάνω στη Μητροπόλεως το ημιυπόγειο οικογενειακό μαγαζί, "Μετασχηματισταί-Ανορθωταί ΗΣΜΠΑ". Γραφείο καθώς έμπαινες, κατεβαίνοντας λίγα σκαλιά , και μετά το εργαστήριο με τα "παιδιά" , τους ξύλινους πάγκους και τα μηχανήματα περιέλιξης. Μυρωδιά από βενζινόκολλα και στουπιά για τα χέρια. Στο πίσω μέρος αποθήκη για τα σκυλιά του κυνηγιού και χαλύβδινο χρηματοκιβώτιο για τις λίρες. Το κτίριο από κείνα που χτίστηκαν μετά τη φωτιά του '17. Στον πρώτο όροφο το σπίτι του μπακάλη και η αξέχαστη μάνα του η κυρία Αναστασία, άνθρωπος γλυκός και γελαστός. Στο γάμο του παιδιού της γίναμε παρανυφάκια. Σήμερα εκεί υπάρχουν μαγαζιά με τσάντες και κοσμήματα και η απορία αν όλα εκείνα που θυμάμαι γίνηκαν στ' αλήθεια.
Από τον Άκη το μπακάλη έρχονταν οι προμήθειες κάθε βδομάδα μια φορά, τις έφερνε ο ίδιος με το φορτηγάκι του μέχρι την Καλαμαριά, άλλο πρωτάκουστο γεγονός κι αυτό. Εκείνο το Παρασκευάτικο βράδυ του Απρίλη ο μπακάλης άργησε. Σαν σε όνειρο θυμάμαι την ανησυχία των μεγάλων που τον περίμεναν και τα λόγια του όταν πια έφτασε και ανέβηκε στην κουζίνα που ήταν αχώριστη από το καθιστικό δωμάτιο, άλλη μια nouveaute της Βασιλικής.
-Αναγκάστηκα να πάω από γύρο. Όπου και να πήγαινα ήτανε τανκς στους δρόμους. Παντού κλειστά.
Έτσι, ανάμεσα σε ζαρζαβάτια και χαρτί υγείας, καφέ και ρύζια μπήκε στη ζωή μας η χούντα. Τα σαρανταπεντάρια δισκάκια του Μίκη έχασαν το τριάκτινο πλαστικό "ποδαράκι" που τα κάθιζε στο βαλιτσάκι πικ άπ, για να μην τα βάλουμε εμείς τα παιδιά ,και το μαύρο ραδιόφωνο από βακελίτη έπιανε Ντόυτσε Βέλε μόνο στο μπάνιο, παρέα με τις αιμορροΐδες -ενθύμιο της εξορίας του πατέρα στη Μακρόνησο. Αργότερα ο Άκης ο μπακάλης άρχισε να μας φέρνει και μεγάλα μπουκάλια του λίτρου με κόκα κόλα όταν ,το ΄69 νομίζω, οι χουνταίοι παραχώρησαν σύμβαση αποικιακού τύπου στην εταιρία.
Στο οικογενειακό σκηνικό είχε ήδη προστεθεί και η θεία από το Κάρντιφ, φρέσκια χήρα, εξαδέλφη του πατέρα που αποφασίστηκε να μείνει μαζί μας. Είχε φέρει μαζί της ασπρόμαυρη τηλεόραση, εγγλέζικα ανακατωμένα με προσφυγίτικα ελληνικά, πορσελάνες από τα ταξίδια του μακαρίτη καπετάνιου της στην Κίνα και τη γνώση ότι το drink στο τραπέζι ήταν απαραίτητο.
Το ΄60 έπνεε τα λοίσθια. Η μεταπολίτευση και η εφηβεία έρχονταν πιασμένες αγκαζέ, να μου δείξουν τι ακριβώς είναι ο κόσμος και γιατί πρέπει να τον αλλάξουμε.
5 σχόλια:
Ενα διαμαντακι Μεγαλοδευτεριατικα...μας το αφησες στο περβαζι.Κιεγω παιδι εκεινης της εποχης το πηρα ,το παιρνω το κοιτω και θυμαμαι την παραμονη των γενεθλιων μου το 1967.
Πρωτακι στο Ζ΄Γυμνασιο Θεσσαλονικης με την εφηβεια να μου κοπαναει τα μινιγγια αδυσωπητα.
Sobraluz καθε φορα που σε διαβαζω κατι λαμπιριζει μεσα μου!
Καλη Μεγαλοβδομαδα.
Εσύ κι αν έχεις να θυμάσαι τα γενέθλιά σου! Άντε, να σε γιορτάσουμε με χαρά!
Πριν απο μερες αναρτησα για την 21η Απριλιου πως δεν θελω να θυμαμαι τιποτα.Μικρο παιδακι ημουνα τοτε (το ΄63 γεννηθηκα)αλλά μολις που θυμαμε την απαγορευση της κυκλοφοριας και την μανα μου να τρωει ξυλο απο ΑΥΤΟΥΣ
γιατι τολμησα εγω το μωρο να πεταχτω στο δρομο για να παω απεναντι στη γειτονισα να πεξω με το ζυμαρακι που την εβλεπα απο το παραθυρο να ανοιγει φυλλο για να φαμε ολοι με ζαχαρη.
Η μανα δεν φοβοτανε μηπως με χτυπησει αυτοκινητο στο δρομο δεν υπηρχαν αλωστε πολλα αλλα μηπως και πυροβολησουν ΑΥΤΟΙ και δεν δουνε οτι ειμαι μονο ενα παιδι...
ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΓΙΟΡΤΑΖΩ το ξυλο της μανας ουτε το εγκλημα μου να θελω να φαω κατι γλυκο 9 η ωρα το βραδυ δεν θελω να θυμαμαι τιποτα απο τοτε.
Δεν θελω να προσπαθουν να μου τα θυμιζουν, κανεις.
Το ορθογραφικο μου λαθος στο "παιζω" εγινε απο συγκινηση για ολα οσα εγραψα.Απο τις λιγες φορες που της αναγνωριζω καποια θυσια της μανας μου.
Να εισαι καλα ρε μαμα κι ας μην σου λεω καθε μερα οτι μου εισαι πολυτιμη.
Να εισαι καλα και συ sobraluz που μου εδωσες την ευκαιρια να τα πω αυτα.
@ πουαν: Εμείς ευχαριστούμε, που μοιράστηκες μαζί μας τη στιγμή. Τουλάχιστον ΑΥΤΟΙ δεν μπορούν να σου την πάρουν, την πολύτιμη.
Δημοσίευση σχολίου