Πριν λίγα χρόνια είχα για διευθυντή έναν εντελώς χαρακτηριστικό τύπο " Ελληναρά", με μικρό μπόι, μεγάλη άγνοια και κορώνες μουσολινικού τύπου. Ο λαμπρός αυτός υπάλληλος της Γ' Ελληνικής δημοκρατίας λάτρευε κάθε 19 Μαΐου να εκφωνεί στα έρημα παιδάκια λόγο, για την επέτειο της γενοκτονίας των Ποντίων. Το είχε αναλάβει με την προθυμία ενός εργολάβου, μια και ο ίδιος ήταν ποντιακής καταγωγής. Μάλιστα το τραβούσε το πράγμα από τα μαλλιά και έφτανε από τον Πόντο στην Άλωση. Εκεί πια άφηνε τον εαυτό του ελεύθερο να εκφραστεί. Τι Μαρμαρωμένοι, τι ψάρια που κολυμπούν μισοτηγανισμένα, όλα τέλος πάντων που είχε ακούσει ο ίδιος από το δάσκαλό του στα χρόνια του '50 και έπρεπε να μάθουν τα παιδιά. Και κάθε, μα κάθε χρόνο, ξεκινούσε το λόγο του με το μνημειώδες:
-Σήμερα, παιδιά, γιορτάζουμε τη γενοκτονία των Ποντίων.
Τα παιδιά πρόσεχαν φιλότιμα τα πέντε πρώτα λεπτά και κατόπιν, αυθορμήτως, έπαιρναν πάνω στα τσιμέντα της αυλής στάσεις που παρέπεμπαν κατευθείαν στα θύματα της γενοκτονίας και στο "συνωστισμό" του λιμανιού της Σμύρνης. Κυρίως ασχολούνταν με την - επικείμενη - Γιουροβίζιον και το ντουζ πουάν. Το προσωπικό του σχολείου - από την άλλη- αφού κέρδιζε ακόμη τρία λεπτά με τα συνηθισμένα "σςςς" και "σήκω πάνω, δε ντρέπεσαι" παρέδιδε τα όπλα και νοσταλγούσε κάπως τον καιρό που οι Τσέτες έσφαζαν τους προγόνους του διευθυντή στο προειρηθέν λιμάνι. Το τέλος της σεμνής τελετής έβρισκε τον ομιλητή εθνικώς υπερήφανο, τα παιδάκια σε αρχικά στάδια ηλίασης και το προσωπικό κατά τι σοφότερο. Να, αίφνης μαθαίναμε πως η εθνική ομφαλοσκόπηση είναι βασικό κομμάτι της εθνικής εκπαίδευσης, ενώ οι δεκάρικοι λόγοι κρίσιμοι για τη δημιουργία των μελλοντικών απολιτίκ ανθρώπων.
Από τότε καμπόσα πράγματα άλλαξαν. Η πατρίδα χρεοκόπησε, αφού πρώτα γλέντισε σε ένα τρελό πάρτι με διακοποδάνεια, ρεμούλες, μανικιούρ-πεντικιούρ, Ολυμπιάδες, μίζες και Τζουλοβοσκοπούλες.
Ο διευθυντής-πατριδαμύντορας-Τουρκοφάγος πήγε σπιτάκι του, με το ελάχιστο της υπηρεσίας, για να απολαύσει τους καρπούς του μόχθου του.
Τα παιδάκια ψιλομεγάλωσαν, σκοτώθηκαν πέρυσι το Δεκέμβρη ή σκότωσαν φέτος το Μάη. Πάντως μεγάλωσαν.
Οι δάσκαλοι μεγάλωσαν κι αυτοί, αλλά όχι αρκετά γιατί τους είπαν ότι θα πρέπει να δουλέψουν σαράντα χρόνια για να πάρουν πλήρη σύνταξη και καθόλου εφάπαξ. Πάλι νοσταλγούν, όχι τους Τσέτες αυτή τη φορά αλλά τους καιρούς που υπήρχαν βεβαιότητες. Η εθνική εκπαίδευση θα αλλάξει και αυτή, οσονούπω, από μια καλή κυριούλα που στέλνει το δικό της παιδάκι σε ιδιωτικό σχολείο και κλείνει το γόνυ στον Έλληνα εκπαιδευτικό. Η Ελλάς κατάφερε να πάρει όγδοη θέση στη Γιουροβίζιον, να μοστράρει λύρες και νταούλια ανταμώς με τατού και αποτριχωμένα στήθη και να θυμηθεί ξανά την Άλωση. Τα στερεότυπα που επαναλαμβάνονται, η Ιστορία που διδάσκεται ξανά και ξανά αλλά δεν κατανοείται, η αλύτρωτη καθημερινότητα, το μέλλον που τρύπωσε από την Κερκόπορτα της συλλογικής ενοχής.
Και μέσα σε όλα τούτα η βασανιστική ανάμνηση της Πόλης, το μεγαλείο και το εξάμβλωμα, η σαγήνη και ο τρόμος. Ομορφιά και παράπονο. Ένα κλάμα και μια βεβαιότητα. Η Πόλη έπεσε. Γεννήθηκε το Ρωμαίικο. Η Πόλη γλύτωσε. Εμείς;
-Σήμερα, παιδιά, γιορτάζουμε τη γενοκτονία των Ποντίων.
Τα παιδιά πρόσεχαν φιλότιμα τα πέντε πρώτα λεπτά και κατόπιν, αυθορμήτως, έπαιρναν πάνω στα τσιμέντα της αυλής στάσεις που παρέπεμπαν κατευθείαν στα θύματα της γενοκτονίας και στο "συνωστισμό" του λιμανιού της Σμύρνης. Κυρίως ασχολούνταν με την - επικείμενη - Γιουροβίζιον και το ντουζ πουάν. Το προσωπικό του σχολείου - από την άλλη- αφού κέρδιζε ακόμη τρία λεπτά με τα συνηθισμένα "σςςς" και "σήκω πάνω, δε ντρέπεσαι" παρέδιδε τα όπλα και νοσταλγούσε κάπως τον καιρό που οι Τσέτες έσφαζαν τους προγόνους του διευθυντή στο προειρηθέν λιμάνι. Το τέλος της σεμνής τελετής έβρισκε τον ομιλητή εθνικώς υπερήφανο, τα παιδάκια σε αρχικά στάδια ηλίασης και το προσωπικό κατά τι σοφότερο. Να, αίφνης μαθαίναμε πως η εθνική ομφαλοσκόπηση είναι βασικό κομμάτι της εθνικής εκπαίδευσης, ενώ οι δεκάρικοι λόγοι κρίσιμοι για τη δημιουργία των μελλοντικών απολιτίκ ανθρώπων.
Από τότε καμπόσα πράγματα άλλαξαν. Η πατρίδα χρεοκόπησε, αφού πρώτα γλέντισε σε ένα τρελό πάρτι με διακοποδάνεια, ρεμούλες, μανικιούρ-πεντικιούρ, Ολυμπιάδες, μίζες και Τζουλοβοσκοπούλες.
Ο διευθυντής-πατριδαμύντορας-Τουρκοφάγος πήγε σπιτάκι του, με το ελάχιστο της υπηρεσίας, για να απολαύσει τους καρπούς του μόχθου του.
Τα παιδάκια ψιλομεγάλωσαν, σκοτώθηκαν πέρυσι το Δεκέμβρη ή σκότωσαν φέτος το Μάη. Πάντως μεγάλωσαν.
Οι δάσκαλοι μεγάλωσαν κι αυτοί, αλλά όχι αρκετά γιατί τους είπαν ότι θα πρέπει να δουλέψουν σαράντα χρόνια για να πάρουν πλήρη σύνταξη και καθόλου εφάπαξ. Πάλι νοσταλγούν, όχι τους Τσέτες αυτή τη φορά αλλά τους καιρούς που υπήρχαν βεβαιότητες. Η εθνική εκπαίδευση θα αλλάξει και αυτή, οσονούπω, από μια καλή κυριούλα που στέλνει το δικό της παιδάκι σε ιδιωτικό σχολείο και κλείνει το γόνυ στον Έλληνα εκπαιδευτικό. Η Ελλάς κατάφερε να πάρει όγδοη θέση στη Γιουροβίζιον, να μοστράρει λύρες και νταούλια ανταμώς με τατού και αποτριχωμένα στήθη και να θυμηθεί ξανά την Άλωση. Τα στερεότυπα που επαναλαμβάνονται, η Ιστορία που διδάσκεται ξανά και ξανά αλλά δεν κατανοείται, η αλύτρωτη καθημερινότητα, το μέλλον που τρύπωσε από την Κερκόπορτα της συλλογικής ενοχής.
Και μέσα σε όλα τούτα η βασανιστική ανάμνηση της Πόλης, το μεγαλείο και το εξάμβλωμα, η σαγήνη και ο τρόμος. Ομορφιά και παράπονο. Ένα κλάμα και μια βεβαιότητα. Η Πόλη έπεσε. Γεννήθηκε το Ρωμαίικο. Η Πόλη γλύτωσε. Εμείς;
1 σχόλιο:
ΕΧΕΙΣ ΚΑΤΙ ΤΡΑΒΗΚΤΙΚΟ!!!!!!!!!!! ΜΙΑ ΜΕ ΤΗ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΜΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ... ΤΥΧΑΙΟ; ΔΕ ΝΟΜΙΖΩ!!!
Δημοσίευση σχολίου