Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2008

Πού κατοικεί ο Ερωτόκριτος;

`

Ξέρω ένα σχολείο στη ζώνη του Λυκόφωτος. Τα έχουμε πει κι άλλη φορά.
Ο κάτω μαχαλάς του είναι οι  εργατικές κατοικίες . Ο πάνω μαχαλάς, μεζονέτες και  φυλασσόμενες πολυκατοικίες με πισίνες. Κάτω, ολίγον έως πολύ λούμπεν πράγμα. Επάνω, η "δημοκρατία των στεγαστικών". Για μια ακόμη φορά η αιώνια διάκριση πλούσιου βορρά- φτωχού νότου. Μικρογραφία. Ακόμη κι εδώ.
Η άποψη που επικρατεί για τον "κάτω" πληθυσμό του σχολείου δεν είναι ιδιαίτερα κολακευτική. Ο "χύδην όχλος", που απαρτίζουν τα παιδιά και οι οικογένειές τους, μάλλον αγνοείται από το σχολείο.Πιο σωστό θα ήταν να λέγαμε ότι είναι ένας κόσμος μη ορατός. Κανείς δε θέλει να τους ξέρει στ' αλήθεια. Και όσοι τους γνωρίζουν αναγκαστικά, τους αποστρέφονται. Είναι "αμόρφωτος κόσμος, βάρβαροι". Στην καλύτερη περίπτωση επιστρατεύεται, για λόγου τους, μια γερή δόση υποκριτκής φιλανθρωπίας. Κάπου εκεί εξαντλείται και το ενδιαφέρον για τα παιδιά κατώτερων θεοτήτων.
Αλλά η ρημάδα η ζωή ενίοτε περιμένει στη γωνία, γελώντας ειρωνικά. Σαν την παλιά τροτέζα, που κόβει κοντές βόλτες και στριφογυρνά το τσαντάκι πάνω από το γοφό της.
-Εσείς τι λέτε, παιδιά; Τι να έγινε στο τέλος με τον Ερωτόκριτο και την Αρετούσα; ρώτησε χτες η ξύπνια η δασκάλα. Να βάλει, ντε, τα παιδιά να δουλέψουν "αποκλίνουσα φαντασία". Και, ω του θαύματος !
Ο Π. είναι ένα σιωπηλό και ανέκφραστο παιδί. Εύκολα θα τον έλεγε κανείς "βαρύ" και "αργό". Ευγενικό και ήσυχο, δεν αρθρώνει καλά, αλλά προσέχει πάντα και προσπαθεί πολύ φιλότιμα. Μέσα στο σπίτι του δεν επικρατούν ιδιαίτερα καλές συνθήκες. Η μάνα του δουλεύει σε ένα νοσοκομείο και σιδερώνει οχτακόσια σεντόνια στη βάρδια της, μέσα στους ατμούς χειμώνα καλοκαίρι. Ένας θηλυκός Μάρτιν Ήντεν με οικογένεια και ζάχαρο, που την ταράζει ολόκληρη. Ο άντρας της και το άλλο της παιδί έχουν σοβαρά προβλήματα. Στον Π.,το στερνοπαίδι της, έχει ακουμπήσει πολλές ελπίδες. Οι δάσκαλοι τη θεωρούν φορτική.
Μα το τετράδιο του Π. σήμερα είχε γραμμένα καταλεπτώς "τα θλιβερά μαντάτα". Επί λέξει. Και τις τέσσερις μέρες διορία του αρχοντόπουλου. Και τα πάντα. Αντιθέτως, τα δυο κορίτσια των φιλολόγων δεν είχαν απολύτως τίποτε.
-Ωραία που έγραψες, Π.! Και τα θλιβερά μαντάτα πολύ με άρεσαν, είπε η ξύπνια.
-Ο παππούς μου, κυρία, ήταν από την Κρήτη και τα έμαθε στη μαμά μου. Τώρα πέθανε.
Γύρισε το μεσημέρι στο σπίτι συλλογισμένη. Έβαλε ν' ακούσει δυνατά. Ο Αρχάγγελος.



Και μετά έριξε και ένα κιλό στάρι να βράζει η βαρβάρα. Στο κάτω κάτω κι αυτή όμορφη κόρη ήταν κι αρχόντισσα. Και την έκλεισε κι αυτήν ο πατέρας της σε πύργο. Για τον έρωτα, λέει, ενός Άλλου.


Υπέρ υγείας των τέκνων; Do ut dos, για τη σπορά που τελειώνει; Ανάμνηση της φοβερής 4ης του Δεκέμβρη πριν είκοσι δυο χρόνια, τότε που είδε το χάρο με τα μάτια της; Απλώς γιατί νιώθει παραμυθία όταν, μέσα στη χειμωνιάτικη νύχτα, ανακατεύει το κολλυβοκάζανο με την ξύλινη κουτάλα; ΄Η μήπως μια στάλα παιχνίδι με τις λέξεις;
Βάρβαρος, βαρβάρα. Ποιος είναι ποιος. Που κατοικεί ,στ' αλήθεια, ο Ερωτόκριτος; Στον απάνω ή στον κάτω μαχαλά;


3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Εύχομαι να κάνεις κάθε χρόνο τη βαρβάρα σου,ν ακους τον Αρχάγγελο και να νοιάζεσαι για παιδιά σαν τον Π.Κανονίστε καφέ.Φ.

sombraluz είπε...

@ Φ. που χάθηκε:Done.

Σοφία Αρμελινιού είπε...

Αινιγματική η ανάρτησή σου. Έχεις δίκιο πάντως.

Καλό βράδυ.

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails